- Γράφει η Ιωάννα Κιούση, κοινωνική λειτουργός με Master of Special Education στο Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής Ψυχοκοινωνικής Υγείας «Σχεδία».
Η 19η Νοεμβρίου έχει κηρυχθεί ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Κακοποίησης των Παιδιών με πρωτοβουλία της «Women’s World Summit Foundation» (WWSF), που συσπειρώνει μη κυβερνητικές οργανώσεις για την υπεράσπιση του παιδιού.
Σκοπό έχει να αναδείξει τη σοβαρότητα του ζητήματος και να κινητοποιήσει την κυβέρνηση και την κοινωνία να αναλάβουν δράση ενάντια στην παιδική κακοποίηση.
«Παιδική κακοποίηση» θεωρείται το φαινόμενο, όπου ένας ή περισσότεροι ενήλικες, που έχουν την ευθύνη της φροντίδας ενός παιδιού , προκαλούν ή επιτρέπουν στο παιδί να προκληθούν σωματικές βλάβες , ή συνθήκες παραμέλησης σε τέτοιο βαθμό, ώστε να επιφέρουν σοβαρές διαταραχές σωματικής, νοητικής, συναισθηματικής ή κοινωνικής μορφής, ακόμη και το θάνατο (Αγάθωνος-Γεωργοπούλου, 1999). Παρουσιάζεται σε διάφορες μορφές, καθιστώντας σημαντική την αντιμετώπιση και την πρόληψη του προβλήματος.
Παρά τις πολλές μορφές που μπορεί να εκδηλωθεί η παιδική κακοποίηση, τέσσερις είναι οι βασικές σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας: Σωματική Κακοποίηση, Συναισθηματική και Ψυχολογική Κακοποίηση, Σεξουαλική Κακοποίηση και Παραμέληση. Η παιδική κακοποίηση επιφέρει σοβαρές επιπτώσεις στη φυσική, ψυχολογική και κοινωνική ανάπτυξη των παιδιών. Οι επιπτώσεις αυτές μπορεί να επηρεάσουν σοβαρά το άτομο στη διάρκεια της ζωής του και αυτές να αντανακλώνται στις σχέσεις του με τους άλλους και στη συνολική του ευημερία. Σύμφωνα με την Browne (1995), οι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να σκοτωθούν, να δεχτούν επίθεση, να χτυπηθούν, να ξυλοφορτωθούν μέσα στο ίδιο τους το σπίτι, από άλλα μέλη της οικογένειας, παρά οπουδήποτε αλλού.
Πρόκειται για ένα σοβαρό και πολυσύνθετο κοινωνικό φαινόμενο, που επηρεάζει εκατομμύρια ανήλικα άτομα παγκοσμίως και βρίσκεται ανάμεσα στις πέντε πρώτες αιτίες θνησιμότητας στα παιδιά (Browne, 1995) Είναι αδύνατο να μετρηθεί το πραγματικό μέγεθος της βίας κατά των παιδιών σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς πολλά περιστατικά δεν καταγγέλλονται.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένα στοιχεία που μπορούν να δώσουν μία γενική εικόνα. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ), εκτιμάται ότι 1 στα 4 παιδιά έχει υποστεί κάποια μορφή κακοποίησης σε παγκόσμιο επίπεδο. Εκτιμάται ότι 275 εκατομμύρια παιδιά, ετησίως, κακοποιούνται μέσα στην ίδια τους την οικογένεια. Άλλωστε η σωματική βία αποτελεί, ακόμη και σήμερα, αποδεκτό μέσο πειθαρχίας των παιδιών σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Κάθε χρόνο η χώρα μας καταγράφει 60 νέα κρούσματα παιδικής σωματικής κακοποίησης, με το 68% εξ αυτών να αφορά παιδιά κάτω των 2 ετών.
Δεν είναι εύκολο να αναγνωριστεί η παιδική κακοποίηση. Τα παιδιά, τα οποία κακοποιούνται, συχνά αποφεύγουν να μιλήσουν, επειδή φοβούνται ότι θα κατηγορηθούν ή ότι κανείς δε θα τα πιστέψει. Επιπλέον, το άτομο που τα κακοποίησε, μπορεί να είναι κάποιος που αγαπούν πολύ και θέλουν να τον προστατεύσουν. Υπολογίζεται ότι μόνο μία στις δέκα περιπτώσεις κακοποίησης αποκαλύπτονται, είτε γιατί τα παιδιά το αποκρύπτουν, είτε γιατί οι επαγγελματίες δεν δύνανται να αναγνωρίσουν την κακοποίηση, είτε γιατί παρατηρείται έλλειψη προθυμίας να αναφερθούν τα περιστατικά στις αρμόδιες υπηρεσίες.
Πιθανά σημάδια κακοποίησης
Το πρώτο βήµα προκειμένου να βοηθήσουµε κακοποιηµένα ή παραµεληµένα παιδιά, είναι να µάθουµε να αναγνωρίζουμε τα σημάδια της παιδικής κακοποίησης και παραµέλησης. Σχεδόν πάντα υπάρχει κάποιος συνδυασμός των μορφών κακοποίησης. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ορισμένα συμπτώματα, τα οποία με συστηματική παρακολούθηση, μπορούν να αποτελέσουν πιθανά στοιχεία – ενδείξεις κακοποίησης του παιδιού:
- Εμφανίζει απότομη αλλαγή στη συμπεριφορά του ή/και στη σχολική του απόδοση.
- Έχει μαθησιακές δυσκολίες ή δυσκολίες συγκέντρωσης, που δεν οφείλονται σε οργανικά ή παθολογικά και ψυχολογικά αίτια.
- Είναι πάντα σε εγρήγορση, σαν να φοβάται ότι κάτι κακό πρόκειται να του συμβεί.
- Υπάρχει ελλιπής κηδεμονία.
- Είναι υπερβολικά παθητικό, συγκαταβατικό, αποσύρεται και απομονώνεται, εκδηλώνοντας δυσκολία στις διαπροσωπικές σχέσεις και μείωση των ενδιαφερόντων του.
- Ιστορικό με ασάφειες, που δεν ταιριάζουν με την κλινική εικόνα ούτε με την εξελικτική φάση του παιδιού.
- Το παιδί αναφέρει κάκωση από τους γονείς του ή δίνει αταίριαστη εξήγηση για κάποια κάκωση.
- Προχωρημένη σεξουαλική γνώση βάσει της ηλικίας, υπερβολικός αυνανισμός, πρόωρο σεξουαλικό παιχνίδι, υπερβολική περιέργεια για το σεξ, έκφραση σεξουαλικής δραστηριότητας μέσα από παιχνίδια ή καταθλιπτικό συναίσθημα.
- Παλινδρόμηση σε προηγούμενα στάδια συμπεριφοράς (ενούρηση, εγκόπριση κ.α.).
- Αλλαγή των διατροφικών του συνηθειών (βουλιμία, ανορεξία).
- Διαταραχές του ύπνου (αϋπνία, υπερυπνία, εφιάλτες).
- Σωματοποίηση του άγχους (κεφαλαλγία, κοιλιακά άλγη, εμετοί).
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση.
- Διαταραχές της διάθεσης (φόβο, άγχος, θυμό, θλίψη).
- Διαταραχή της συγκέντρωσης.
- Διαταραχές συμπεριφοράς (ευερεθιστότητα, απομόνωση, παθητικότητα).
- Επιθετικότητα, μετεξέλιξη του παιδιού από θύμα σε θύτη, παραβατική συμπεριφορά.
- Αγχώδεις διαταραχές (φοβίες, διαταραχή μετατραυματικού στρες 37-53%).
- Αυτοτραυματισμοί.
- Κατάθλιψη, αυτοκτονική συμπεριφορά.
Τα παραπάνω σημάδια ή και άλλα δε σημαίνουν απαραίτητα πως το παιδί κακοποιείται. Όταν όμως τα σημάδια αυτά εμφανίζονται επανειλημμένα ή συνδυαστικά, θα πρέπει να οδηγήσουν αυτόν που τα παρατηρεί, σε υποψίες και θα πρέπει να εξετάσει µε περισσότερη προσοχή την κατάσταση.
Σύμφωνα με το άρθρο 19 της σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 2/9/1990 και την οποία μέχρι το 2020 είχαν επικυρώσει 196 χώρες, η κάθε χώρα είναι υποχρεωμένη να προστατεύει τα παιδιά από κάθε μορφή κακοποίησης (σωματική, συναισθηματική, σεξουαλική, παραμέληση, εκμετάλλευση για εμπορικούς ή άλλους σκοπούς).
Ο πρώτος που θα μπορούσε να αναγνωρίσει μια τέτοιου είδους συμπεριφορά είναι ο εκπαιδευτικός, καθώς αυτός είναι το δεύτερο άτομο που περνά αρκετές ώρες με το παιδί στην καθημερινότητα του
Το άρθρο 23 του νόμου 3500/2006 ορίζει ότι εφόσον οι εκπαιδευτικοί κατά τη διάρκεια του εκπαιδευτικού τους έργου πληροφορηθούν ή διαπιστώσουν ότι ένα έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας λαμβάνει χώρα σε βάρος μαθητή, υποχρεούνται να το αναφέρουν χωρίς καθυστέρηση στον διευθυντή της μονάδας και αυτός με τη σειρά του στον αρμόδιο εισαγγελέα
Γενικώς, οποιοσδήποτε γνωρίζει ένα παιδί, που υποπτεύεται ότι έχει υποστεί κάποια μορφή παιδικής κακοποίησης, θα πρέπει να κινητοποιηθεί. Η καταγγελία είναι η μόνη λύση για την παιδική κακοποίηση. Ένα παιδί δεν μπορεί από μόνο του να απεμπλακεί από την κατάσταση αυτή. Η σωτηρία του βρίσκεται στα χέρια μας, στο ενδιαφέρον μας και στην ευαισθησία που θα επιδείξουμε εμείς ως ενήλικες. Ακόμη και η υποψία παιδικής κακοποίησης ή παραμέλησης θα πρέπει να μας κινητοποιήσει, αλλιώς θα εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές περιπτώσεις κακοποιημένων παιδιών, που δε θα αποκαλυφθούν ποτέ, με πολύ σοβαρές συνέπειες για τη σωματική και ψυχική υγεία των παιδιών.
Παρόλο που η παιδική κακοποίηση είναι ένα δύσκολο ζήτημα τόσο στο να το αποδεχτούμε όσο και στο να μιλήσουμε για αυτό, να θυμόμαστε πως είναι ακόμη δυσκολότερο για το ίδιο το παιδί να αποκαλύψει τα όσα βιώνει. Εάν ένα κακοποιημένο παιδί αποφασίσει να μας ανοιχτεί, ο καλύτερος τρόπος ενθάρρυνσης είναι να δείξουμε κατανόηση και υποστήριξη. Παραμένουμε ψύχραιμοι, και καθησυχαστικοί απέναντι στο παιδί, δεν το ανακρίνουμε και το διαβεβαιώνουμε πως δεν έχει κάνει το ίδιο κάποιο λάθος.
Η βία σε βάρος ενός παιδιού δεν είναι απλώς ένα οικογενειακό ζήτημα. Είναι μία κοινωνική παθογένεια που θα διαιωνίζεται εάν δεν κάνουμε κάτι. Ενθαρρυντικά είναι τα διεθνή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η κακοποίηση μπορεί να προληφθεί. Ο στόχος 16.2 της Agenda 2030 ορίζει «τέλος στην κακοποίηση, στην εκμετάλλευση, στην εμπορία και σε όλες τις μορφές βίας και βασανισμού παιδιών»!